Σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας Τα Νέα, ο Μητροπολίτης Πειραιώς Σεραφείμ κατέθεσε μήνυση κατά του Ρωμαιοκαθολικού Αρχιεπισκόπου Νικολάου επειδή στα εκπαιδευτήριο του Μοναχικού Τάγματος Αγίου Ιωσήφ, όπου φοιτούν παιδιά ορθοδόξων και ρωμαιοκαθολικών γονέων, τελείται αγιασμός της νέας σχολικής περιόδου «υπό του Ρωμαιοκαθολικού Εφημερίου Πειραιώς κ. Ιωάννου Πάτση, και δια τους ορθοδόξους μαθητάς», γεγονός που «εμπίπτει εις τας περί προσηλυτισμού διατάξεις».
Το ορθόδοξο χριστιανικό δόγμα διδάσκεται σε όλα τα δημόσια σχολεία και ο αγιασμός τελείται από ορθόδοξους χριστιανικούς ιερείς για όλους τους μαθητές ανεξαρτήτως δόγματος. Το ίδιο και η καθημερινή ορθόδοξη χριστιανική προσευχή, και μάλιστα όπως ορίζει το Π.Δ. 201/98 (ΦΕΚ 161Α), άρθρο 13, §10, οι αλλόθρησκοι και ετερόδοξοι μαθητές παρευρίσκονται στο χώρο της συγκέντρωσης, τηρώντας απόλυτη ησυχία, σεβόμενοι τους δασκάλους και τους συμμαθητές τους που προσεύχονται, χωρίς κανείς να θίγεται ή να τολμά να μιλήσει περί επιβολής και περί προσηλυτισμού.
Είναι επομένως οξύμωρο να ενοχλείται ο μητροπολίτης από το γεγονός ότι τελείται αγιασμός από ρωμαιοκαθολικό ιερέα σε εκπαιδευτήριο που ανήκει σε ρωμαιοκαθολικό μοναστικό τάγμα. Αν υποθέσουμε ότι υφίστανται προσηλυτισμό οι ορθόδοξοι μαθητές που παρίστανται στον αγιασμό του σχολείου αυτού, στο οποίο οι γονείς επέλεξαν ελεύθερα να τα εγγράψουν γνωρίζοντας αναμφίβολα ότι διευθύνεται από ρωμαιοκαθολικούς, τι θα πρέπει να σκεφτούμε τότε για τους μαθητές άλλων δογμάτων που παρίστανται στον αγιασμό και την προσευχή όλων των δημόσιων σχολείων, χωρίς ούτε οι γονείς τους ούτε οι ίδιοι να έχουν άλλη επιλογή;
Οι θρησκευτικές τελετές όπως ο αγιασμός, τα θρησκευτικά σύμβολα όπως εικονίσματα και εσταυρωμένοι, και η θρησκευτική κατήχηση όπως το μάθημα της ορθόδοξης χριστιανικής διαπαιδαγώσησης που διδάσκεται σήμερα στα σχολεία μας, δεν έχουν καμία θέση στη δημόσια παιδεία, από όποιο θρήσκευμα και αν προέρχονται. Οι πρακτικές αυτές υπονομεύουν την θρησκευτική ελευθερία των πολιτών. Η απροκάλυπτη υποστήριξη ενός και μόνο θρησκεύματος συνιστά διακριτική μεταχείριση και καταπατά την αρχή της ισονομίας, καθιστώντας τα μέλη άλλων θρησκευμάτων καθώς και τους άθεους, άθρησκους και αγνωστικιστές πολίτες δεύτερης κατηγορίας.
Η καταγγελία του μητροπολίτη μπορεί να είναι νομότυπη, αλλά όζει μισαλλοδοξίας και προκατάληψης. Το γεγονός δε ότι η καταγγελία έγινε λίγο πριν τα χριστούγεννα, μία από τις μεγαλύτερες γιορτές των χριστιανών, τόσο ορθόδοξων όσο και καθολικών, μια γιορτή που υποτίθεται ότι οφείλει να εμπνέει αγάπη και ομόνοια, διαγράφει ακόμη πιο γλαφυρά την μικροπρέπεια που την διαπνέει. Αν το σύνταγμα και οι νόμοι δικαιώνουν μια τέτοια καταγγελία, ίσως είναι ώρα να αλλάξουν.